Лишиться рассудка
Лишиться рассудка
[lishit`sya rassudka]
- Στερούμαι λογικής
Τι σημαίνει αυτό;:
Σημασία: δρώ απερίσκεπτα, τρελαίνομαι, συμπεριφέρομαι ανεπαρκώς.